embolden
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | embolden |
γ΄ ενικό ενεστώτα | emboldens |
αόριστος | emboldened |
παθητική μετοχή | emboldened |
ενεργητική μετοχή | emboldening |
Ρήμα
[επεξεργασία]embolden (en)