encourageant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | encourageant | encourageants |
θηλυκό | encourageante | encourageantes |
Επίθετο
[επεξεργασία]encourageant (fr)
Μετοχή
[επεξεργασία]encourageant (fr)
- μετοχή ενεστώτα του ρήματος encourager