enviable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]

enviable (en)



      ενικός         πληθυντικός  
enviable enviables

Επίθετο

[επεξεργασία]

enviable (fr) αρσενικό ή θηλυκό