facteur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
facteur facteurs

facteur (fr) αρσενικό

  1. ο ταχυδρόμος
  2. ο κατασκευαστής
  3. ο παράγοντας
  4. ο όρος
  5. o συντελεστής