feuilleton

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
feuilleton feuilletons

feuilleton (fr) αρσενικό

  1. το σήριαλ, η σειρά, το σίριαλ
  2. η επιφυλλίδα

Παράγωγα

[επεξεργασία]