fiscaliser
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- fiscaliser < fiscal
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /fis.ka.li.ze/
Ρήμα
[επεξεργασία]fiscaliser (fr)
- υποβάλλω στον φόρο
fiscaliser (fr)