fiver
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]fiver (en)
- (λαϊκότροπο) νόμισμα ή χαρτονόμισμα ονομαστικής αξίας πέντε μονάδων
- → δείτε τις λέξεις τάλιρο, πεντόλιρο, πεντοδόλαρο και πεντάευρο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- fiver στην αγγλική Βικιπαίδεια (σελίδα αποσαφήνισης)
Πηγές
[επεξεργασία]- fiver - Cambridge Dictionary online