flouze

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

flouze (fr) αρσενικό

  1. το παραδάκι
    avoir du flouze - έχω παραδάκι