fluctuation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]fluctuation (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
fluctuation | fluctuations |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]fluctuation (fr) θηλυκό
- η διακύμανση, η αυξομείωση