fluxion

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
fluxion fluxions

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fluxion (fr) θηλυκό