fly in the face of
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | fly in the face of |
γ΄ ενικό ενεστώτα | flies in the face of |
αόριστος | flew in the face of |
παθητική μετοχή | flown in the face of |
ενεργητική μετοχή | flying in the face of |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]fly in the face of (en)
- Έκφραση συγκρούομαι, είμαι σε πλήρη αντίθεση με κάτι καθιερωμένο
- fly in the face of tradition : είμαι σε αντίθεση με την παράδοση