freefall
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]freefall (en) και free fall (en)
- ελεύθερη πτώση
- πτώση με αποκλειστική αιτία την βαρυτική επιτάχυνση
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- διαφορετικά τα: free-for-all, free for all