géotechnique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
géotechnique | géotechniques |
Επίθετο
[επεξεργασία]géotechnique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
géotechnique | géotechniques |
géotechnique (fr) αρσενικό ή θηλυκό