géotechnique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
géotechnique géotechniques

Επίθετο

[επεξεργασία]

géotechnique (fr) αρσενικό ή θηλυκό