gallice

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίρρημα

[επεξεργασία]

gallice (la)

  1. στα γαλατικά, στη γαλατική γλώσσα
  2. στα γαλλικά, στη γαλλική γλώσσα