garage

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Garage

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
garage < (άμεσο δάνειο) γαλλική garage

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

garage (en)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
garage < garer

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɡa.ʁaʒ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
garage garages

garage (fr)

Συγγενικά

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
garage < γαλλική garer

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

garage (it)