gouttelette

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
gouttelette gouttelettes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

gouttelette (fr) θηλυκό