hémoculture

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
hémoculture hémocultures

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

hémoculture (fr) θηλυκό