hépatectomie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
hépatectomie hépatectomies

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

hépatectomie (fr) θηλυκό