héroïne

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
héroïne héroïnes

héroïne (fr) θηλυκό

  1. η ηρωίδα
    le héros, l'héroïne - ο ήρωας, η ηρωίδα
  2. η ηρωίνη (χωρίς πληθυντικό)
    l'héroïne est une drogue - η ηρωίνη είναι ναρκωτικό