heavy
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | heavy |
συγκριτικός | heavier |
υπερθετικός | heaviest |
Επίθετο
[επεξεργασία]heavy (en)
- βαρύς
- (ΗΒ, αργκό) οπλισμένος
- (ΗΒ, αργκό) εξαιρετικός