herbicide

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

herbicide (en)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
herbicide < herbe + -cide

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɛʁ.bi.sid/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
herbicide herbicides

herbicide (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. ζιζανιοκτόνος, παρασιτοκτόνος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
herbicide herbicides

herbicide (fr) αρσενικό

  1. το ζιζανιοκτόνο, το παρασιτοκτόνο