hierarĥio
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- hierarĥio < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hierarĥio | hierarĥioj |
αιτιατική | hierarĥion | hierarĥiojn |
hierarĥio (eo)
- η ιεραρχία