hit the road
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]hit the road (en)
- (ιδιωματισμός, ανεπίσημο) κινώ, ξεκινώ για να πάω κάπου
- ↪ They hit the road at dawn.
- Ξεκινήσανε/Κίνησαν την αυγή.
- ↪ They hit the road at dawn.
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- hit (idioms): hit the road/trail - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 602. ISBN 9780194325684., λήμμα: ξεκινώ