holographie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɔ.lɔ.ɡʁa.fi/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
holographie holographies

holographie (fr) θηλυκό