honorifique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɔ.nɔ.ʁi.fik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
honorifique honorifiques

honorifique (fr) αρσενικό ή θηλυκό