hot key
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]hot key (en)
- (πληροφορική) πλήκτρο συντόμευσης, άλλη γραφή του hotkey[1]
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ (αγγλικά) Keyboard shortcut. Προσπέλαση 2020-04-07