huitrière

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɥi.tʁi.jɛːʁ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
huitrière huitrières

huitrière (fr) θηλυκό