hunier

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ʔy.nje/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
hunier huniers

hunier (fr) αρσενικό