hypsomètre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
hypsomètre < hypso- + -mètre < αρχαία ελληνική ὕψος + μέτρον

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ip.sɔˈmɛtʁ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
hypsomètre hypsomètres

hypsomètre (fr) αρσενικό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Αλλόγλωσσα παράγωγα

[επεξεργασία]