iconique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /i.kɔ.nik/

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
iconique iconiques

iconique (fr) αρσενικό ή θηλυκό