imprésario

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
imprésario < ιταλική impresario

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɛ̃.pʁe.sa.ʁjo/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
imprésario imprésarios

imprésario (fr) αρσενικό