in lieu of
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
in lieu of (en)
- (ιδιωματισμός, επίσημο) αντί για
- ↪ Giannis will come in lieu of me.
- Αντί για μένα θα έρθει ο Γιάννης.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε την πρόθεση instead of
- ↪ Giannis will come in lieu of me.