in the end

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
in the end < → δείτε τις λέξεις in, the και end

Έκφραση

[επεξεργασία]

in the end (en)

  • (ιδιωματισμός) στο τέλος, μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα ή σειρά γεγονότων
    He had a very hard time but, in the end, he got where he wanted.
    Δυσκολεύτηκε πολύ, μα στο τέλος έφτασε εκεί που ήθελε.