indivisibility
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]indivisibility (en) (μη μετρήσιμο)
- το αδιαίρετο
- ↪ The indivisibility of the Holy Trinity.
- Το αδιαίρετο της Αγίας Τριάδας.
- ↪ The indivisibility of the Holy Trinity.