inestimable

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
inestimable inestimables

Επίθετο[επεξεργασία]

inestimable (fr) αρσενικό ή θηλυκό