instituer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɛ̃.sti.tɥe/
Ρήμα
[επεξεργασία]instituer (fr)
- θεσπίζω
- (νομικός όρος) ορίζω κάποιον κληρονόμο μέσω μιας διαθήκης
instituer (fr)