intoxiquer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]intoxiquer < in- + toxique + -er
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɛ̃.tɔ.ksi.ke/
Ρήμα
[επεξεργασία]intoxiquer (fr)
intoxiquer < in- + toxique + -er
intoxiquer (fr)