karyola

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
karyola < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική قاریولا / قاریوله (karyola) < ιταλική carriola, υποκοριστικό του carro

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

karyola (tr)