kibboutz
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
kibboutz | kibboutzs |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]kibboutz (fr) αρσενικό (πληθυντικός kibboutz ή kibboutzim)
- το κιμπούτς
ενικός | πληθυντικός |
kibboutz | kibboutzs |
kibboutz (fr) αρσενικό (πληθυντικός kibboutz ή kibboutzim)