knickers
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]knickers (en) (πληθυντικός)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]knickers (fr) (σπανίζει), knickerbockers αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (παλιά) παντελόνι του γκολφ
- παντελόνι για το σκι ή τον αλπινισμό