labes

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

labes (en) (μόνο πληθυντικό)

Αναγραμματισμοί

[επεξεργασία]

Σημασία 1

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
labes < labor

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

labes θηλυκό

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική labes labesēs
γενική labesis labesum
δοτική labesī labesibus
αιτιατική labesem labesēs
κλητική labes labesēs
αφαιρετική labese labesibus
(γ' κλίση)

Παράγωγα

[επεξεργασία]

Αλλόγλωσσα παράγωγα

[επεξεργασία]

Σημασία 2

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]