lazurite

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /la.zy.ʁit/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
lazurite lazurites

lazurite (fr) αρσενικό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]