lepur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αλβανικά (sq)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]lepur (sq) αρσενικό (οριστικός τύπος: lepuri) (πληθυντικός lepuj)
lepur (sq) αρσενικό (οριστικός τύπος: lepuri) (πληθυντικός lepuj)