lighting
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
lighting | lightings |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]lighting (en)
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]lighting (en)
ενικός | πληθυντικός |
lighting | lightings |
lighting (en)
lighting (en)