looking-glass

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: looking glass, Lookingglass
      ενικός         πληθυντικός  
looking-glass looking-glasses

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
looking-glass < looking + glass
  • με την σημασία μαρτυρείται από το 1526[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈlʊk.ɪŋ ˌɡlɑːs/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈlʊk.ɪŋ ˌɡlæs/ (ΗΠΑ)
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

looking-glass (en)

  1. (παρωχημένο) ο καθρέφτης
     συνώνυμα: mirror
  2. (μεταφορικά) ο δρόμος προς έναν παράξενο, αλλόκοτο κόσμο
     συνώνυμα: rabbit hole

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. looking-glass - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)