malvenko

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
malvenko < mal.venk + -o

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική malvenko malvenkoj
αιτιατική malvenkon malvenkojn

malvenko (eo)

la malvenko de la partio - η ήττα του κόμματος