marsala
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- marsala < πόλη Marsala
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]marsala (it) αρσενικό άκλιτο
Πηγές
[επεξεργασία]- marsala - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).