messagerie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
messagerie messageries

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

messagerie (fr) θηλυκό

  1. μεταφορικό εμπόριο
  2. ηλεκτρονικό ταχυδρομείο