moulage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
moulage | moulages |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]moulage (fr) αρσενικό
- το εκμαγείο
ενικός | πληθυντικός |
moulage | moulages |
moulage (fr) αρσενικό