multiplication
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]multiplication (en) θηλυκό
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
multiplication | multiplications |
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]multiplication (fr) θηλυκό